Μια Πόλη Που Αγαπήθηκε
PDF Εκτύπωση E-mail

Από τον Ηρακλή Μήλλα για το The Athens Review of Books, Φεβρουάριος 2012.

Αλέξανδρος Μασσαβέτας, Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των Απόντων, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2011, σελ. 668.

Μια Πόλη Που Αγαπήθηκε

     Αυτού του είδους τα βιβλία δεν είναι αποτέλεσμα μόνο πολύχρονου μόχθου και έρευνας, γενικής κατάρτισης και ενδιαφέροντος, αλλά και αγάπης που διεγείρει το συναίσθημα. Σπάνια όλα αυτά συνυπάρχουν. Ο συγγραφέας αφηγείται μια Πόλη που όχι μόνο έζησε αλλά που βίωσε σε διάφορα επίπεδα. Το έργο αυτό δεν είναι μόνο ένας οδηγός π.χ., όπως του John Freely Strolling Through Istanbul, που καλύπτει και την ιστορία της Πόλης, ή σαν το Istanbul του Orhan Pamuk που αφηγείται την πόλη του, την Ισταμπούλ, που εγκαταλείπεται στη λησμονιά, ή σαν τα πολλά βιβλία του Ακύλα Μήλλα που καταγράφουν την «καλή εποχή» της Ρωμιοσύνης ή σαν το άδικα παραγκωνισμένο Τα Κωνσταντινου-Πολίτικα και Άλλα Τινά του Χ. Σπαθάρη, το οποίο αναπαριστά την καθημερινότητα πριν το 1930. Είναι μια αφήγηση μιας Πόλης που αντικρίζει σήμερα ένας Έλληνας, που την ζει σε όλες της τις διαστάσεις, πολιτιστικές, πολιτικές, ιστορικές, αλλά και με τους συνειρμούς που μπορεί να προκαλεί το κάθε ερέθισμα: Μια επιγραφή, μια εγκαταλελειμμένη εκκλησία, μια απλή συνομιλία στο δρόμο με ένα Τούρκο, μια Αρμένισα, ένα Λεβαντίνο, Κούρδο, Ρωμιό, Εβραίο, μια πόρνη, ένα αξιωματικό, ένα Καθολικό, Αραβόφωνο Ορθόδοξο, και άλλους πολλούς, οι περισσότεροι των οποίων είναι υπό «εξαφάνιση». Είναι σαν να έχουμε το Κωνσταντινούπολη, Των ασεβών μου πόθων του Γ. Γιάννη Ξανθούλη και το Βήματα στα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, του Κ. Σταματόπουλου σε ένα.

       Σε αυτό το βιβλίο διαβάζουμε ότι ο Κωνσταντινουπολίτης και πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων Ζωγραφείου Παντελής Βίγκας «βάπτισε» τους ελλαδίτες που έχουν εγκατασταθεί στην Πόλη τα τελευταία χρόνια, και βέβαια και τον Α. Μασσαβέτα «νέο-Πολίτες» (σ.460). Πιστεύω ότι τον τιμητικό τίτλο τον αξίζει ο συγγραφέας αφού πλέον εξοικειώθηκε ακόμη και με την ντοπιολαλιά μας. Λέω «μας» επειδή εγώ είμαι «παλαιό –Πολίτης». «Σάστισε» με την Πόλη, οικειοποιήθηκε τη λέξη «κομμάτι» (ως λίγο), το «τσιράκι» (ως μαθητευόμενος), και χαρακτηρίζει μια κυρία «τσαούσα», δηλαδή (ας πούμε) «ζόρικη». (σ. 109, 143, 191, 120, 137, 521). Το πλεονέκτημα του νέο-Πολίτη είναι ότι βλέπει αυτό που ο «παλιός» δεν το προσέχει επειδή το έχει ως δεδομένο, το έχει συνηθίσει από παιδί και δεν συνειδητοποιεί την αξία του ή την ιδιομορφία του. Επίσης ο «νέος», ειδικά όταν έχει μάθει τα τουρκικά και έχει αποκτήσει Τούρκους φίλους βλέπει αυτό που ο «τουρίστας» δεν μπορεί να δει, ή ακόμη πιο σημαντικό, μπορεί να κρίνει σωστά αυτό που ο περαστικός μπορεί να παρεξηγήσει. Μπορεί να προσέξει αυτά που δεν μπορεί ακόμα και ο πιο δημοκράτης, ανθρωπιστής και αντι-εθνικιστής Τούρκους συγγραφέας. Αναφέρομαι στον Μουράτ Μπελγκέ και στο Οδηγός της Ισταμπούλ (İstanbul Gezi Rehberi). Πρέπει να είσαι κάπως «ο άλλος» για να διακρίνεις αυτά που είναι πέρα από τα συλλογικά αποδεκτά, τουρκικά ή ελληνικά.

     Δέκα οκτώ κεφάλαια απαρτίζουν τέσσερα μέρη. Το πρώτο μας παρουσιάζει την παλιά πόλη, την περιοχή που κάποτε ήταν το τελευταίο καταφύγιο των Βυζαντινών. Επισκεπτόμαστε και θαυμάζουμε την Αγία Σοφία, τον Ιππόδρομο, το Μέγα Παλάτιον, τα οθωμανικά τζαμιά, την αιγυπτιακή αγορά, τους χώρους των πορφυρογέννητων και των συγκρούσεων των Ελλήνων με τους Λατίνους, τους παλιούς ναούς που μετατράπηκαν σε τεμένη, το συγκρότημα των Βλαχερνών, την Χώρα και τα μωσαϊκά της, το άντρο των ζηλωτών του Ισλάμ, το Φανάρι, το Πατριαρχείο, τη Μεγάλη Σχολή κ.α.

     Αλλά ταυτόχρονα ταξιδεύουμε βαθιά μέσα στην ιστορία αλλά και μέσα στην τουρκική κοινωνία: οι ίντριγκες στα παλάτια του Βυζαντίου, οι συνήθειες των Ισλαμιστών, τα θαλάσσια τείχη, οι «λευκοί» Τούρκοι και οι συγκρούσεις τους με τους συντηρητικούς, οι Αιθίοπες, οι Αρμένιοι τότε και τώρα, οι εμπορικές συνοικίες του παλιού καιρού, οι εθνικιστικοί εορτασμοί της Άλωσης σήμερα, οι σταυροφορίες, η Κυρά των Μογγόλων.

     Το δεύτερο μέρος περιέχει το Πέρα. (Εγώ έτσι το έζησα, έστω Ίσιος Δρόμος ή Σταυροδρόμι, αλλά όχι ως Πέραν, Μπέγιογλου ή ειδικά όχι ως Ιστικλάλ!) Βλέπουμε τα μνημεία των Γενοβέζων αλλά και τα πορνεία και τις φωλιές των λύκων (των γκρίζων). Συζητάμε τι σημαίνει κοσμοπολιτισμός και πολυφωνία. Στην Grande Rue του Πέρα ζουν πλέον πολλοί λίγοι Ρωμιοί και αρκετοί ελλαδίτες, νέο-Ρωμιοί. Γνωρίζουμε ότι εδώ είναι μια περιοχή που βράζει από μοντέρνες γκαλερί και υπερσυντηρητικούς χωριάτες της Ανατολίας. Μαθαίνουμε και για τους τσιγγάνους, τους Κούρδους, τους τραβεστί, τους αφρικανούς όπως και για το Μπακλαχοράνι των Ταταυλιανών. Όλα αυτά όχι όπως τα γράφουν τα βιβλία, δηλαδή ως ψυχρές αφηγήσεις αλλά όπως τα βίωσε ο Α.Μ.        

     Στο τρίτο μέρος γνωρίζουμε την μελαγχολική ιστορία και την ζωή των μη Μουσουλμάνων – Ελλήνων, Λεβαντίνων, δηλαδή Φράγκων της Πόλης, που πολλοί από αυτούς είναι ελληνόφωνοι, Εβραίων, Ρώσων, Αρμενίων κ.α. Συναντούμε και ακούμε πολλούς να μας μιλούν. Ένας κόσμος που μένει άγνωστος στους περιηγητές της Πόλης οι οποίοι συνήθως εξοικειώνονται σε βάθος με το «καπαλί τσαρσί» και τα κεμπαπτσίδικα.

     Θα αναφερθώ παρακάτω στους Ρωμιούς. Για τους Εβραίους θέλω να πω κάτι γιατί προβάλλουν σαν σύμβολο. Οι Σεφαρδίτες έχουν έρθει στα μέρη μας (π.χ. Θεσσαλονίκη και Κων/πολη) το 1492 αφού εδιώχθησαν από την Ισπανία. Ο Α.Μ. παραθέτει το ποίημα-αφιέρωμα του Jorge Luis Borges που έγραψε όταν επισκέφθηκε την Θεσσαλονίκη: Ένα Κλειδί Στην Θεσσαλονίκη.

«… ξεριζωμένοι από την Ισπανία /

με ανίερο διωγμό, φυλάνε ακόμη /

το κλειδί κάποιου σπιτιού στο Τολέδο. /

Ελεύθεροι τώρα από ελπίδες ή φόβους /

κοιτούν το κλειδί καθώς βραδιάζει. /

 

Στον μπρούτζο υπάρχουν τα χθες και η απόσταση /

ξεφτισμένη λάμψη κι απόμακρος πόνος. /

Τώρα που η πόρτα του έγινε σκόνη, το εργαλείο /

έγινε εικόνα της διασποράς και του ανέμου…»

         Αυτός ο κόσμος της Πόλης, «των Απόντων», αυτοί που έφυγαν και αυτοί που φεύγουν, αλλά και αυτοί που έρχονται από την Ανατολία, Κούρδοι, Τούρκοι, Αραβόφωνοι Χριστιανοί και τόσοι άλλοι, φέρουν όλοι τους ένα τέτοιο κλειδί. Μπορεί γι αυτό αυτή η Πόλη να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και μελαγχολική. Πώς όμως να την νιώσει αυτός που δεν φέρει ένα τέτοιο κλειδί;  

   Το τέταρτο μέρος είναι αφιερωμένο στην ασιατική όχθη, στον Βόσπορο και στα Πριγκιπόνησα. Το βιβλίο περιέχει σαράντα επτά έγχρωμες και πολλές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του συγγραφέα.       

     Στο κείμενο του Α.Μ. ξαφνιάζει η αρμονία (όχι η αντίφαση) μεταξύ του συναισθήματος και του ρεαλισμού. Πολλά τον μαγεύουν. «Η οροφή του Büyük Valide Han είναι ένα μέρος βγαλμένο από τον κόσμο των ονείρων» (σ. 141). «Αυτό που με ξετρέλανε στο Πέραν, και με ξετρελαίνει ακόμη, είναι η νοσταλγία που σου εμπνέει. Τη διεγείρει η πατίνα στα κτίρια που σου ξυπνά μια γλυκιά μελαγχολία, μια αίσθηση πως μετεωρίζεσαι ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν» (σ. 374). «Ο αγαπημένος μου περίπατος είναι κατά μήκος της παραλίας, από την Σκάλα του Μπεσίκτας ως πέρα από τον πύργο του Λεάνδρου. Η διαδρομή δίπλα στο νερό προσφέρει μαγευτική θέα του Πέρα και της Παλιάς Πόλης» (σ. 567). «Ως ισπανόφωνος, ένιωσα μεγάλη συγκίνηση διαβάζοντας τις επιγραφές στη ladino, με το πανέμορφο εβραϊκό αλφάβητο… Το ‘γραμμόφωνο’ της μεσαιωνικής ισπανικής [στο νεκροταφείο] πάει να σβήσει. Είμαι άραγε, η τελευταία γενιά που άκουσε να μιλούν τα djudeo-espanol στο Σισλί και στα Πριγκιπόνησα;» (σ. 533). Αυτή η αφήγηση επιτυγχάνει την συναισθηματική επικοινωνία του συγγραφέα με τον αναγνώστη και κατά συνέπεια του αναγνώστη με την Πόλη.  

   Αλλού βλέπουμε ότι ο συγγραφέας δεν διστάζει να είναι αυστηρός όταν αισθάνεται ότι πρέπει να κρίνει και να επικρίνει. Ο Α.Μ είναι αυστηρός κριτής των τουρκικών αρχών αλλά και της τουρκικής κοινωνίας. (Και για αυτό πιστεύω ότι θα ήταν δύσκολο να μεταφραστεί το βιβλίο αυτό στα τουρκικά ως έχει.) Αναφέρεται συχνά στις βιαιότητες κατά των μη Μουσουλμάνων – στις σφαγές των Αρμενίων, στο φόρο περιουσίας του 1942, στα Σεπτεμβριανά, στις απελάσεις του 1964, – στους εθνικιστικούς ή θρησκευτικούς φανατισμούς των Ισλαμιστών και εθνικιστών, στα αισθητικά έκτροπα του νεοπλουτισμού, κ.α. Υπάρχουν στιγμές που σκέφτηκα ότι μπορεί να υπερβάλει: «Στα τζαμιά των Οθωμανών κυριαρχούν οι γυμνοί όγκοι, αλλά και μία βάρβαρη κακοφωνία χρωμάτων» (σ. 126).

     Αλλά αυτά δεν εκφράζονται ως τετριμμένες καταγγελίες που πηγάζουν από τις προκαταλήψεις του «εθνικά άλλου». Ο αναγνώστης το διαισθάνεται αυτό επειδή ο συγγραφέας προσέχει να μην περιπέσει σε ένα εθνικιστικό λόγο όπου ο «άλλος» δαιμονοποιείται: Π.χ., ο αντισημιτισμός στην Τουρκία συγκρίνεται με αυτόν των Ελλήνων (σ. 501). Άλλοτε πάλι για να βεβαιωθεί ότι δεν καλλιεργεί μια μονόπλευρη κριτική προσθέτει λίγες λέξεις μέσα σε παρένθεση: «Σήμερα ο αντισημιτισμός συνενώνει το σύνολο του πολιτικού χώρου στη Τουρκία (όπως και στην Ελλάδα)» (σ. 508). «Δεν είναι, βέβαια, μόνο στην Τουρκία που Εβραίοι ζουν ‘διακριτικά’ κρύβοντας την ταυτότητα τους. Η συνάντηση αυτή μού θύμισε δύο περιστατικά στην Ελλάδα» … και τα αφηγείται τα της Ελλάδας (σ. 527). Εκτίμησα ιδιαίτερα αυτήν την ευαισθησία και προσοχή που τόσο μας λείπουν.  

       Ο Α.Μ. κινείται μέσα στο «κοσμοπολίτικο» περιβάλλον της Πόλης το οποίο είναι κάπως δύσκολο να το κατανοήσει η ελλαδική σχετικά «ομοιόμορφη» κοινωνία. Οι Τούρκοι νέοι φίλοι του, οι φιλελεύθεροι της άλλης όχθης, δεν μοιάζουν καθόλου με αυτούς που «μας μάθανε» στο σχολείο, στο κατηχητικό, στα «κανάλια», στις εθνικές γιορτές, κ.α. «Παρά την ομολογουμένως μεγάλη διαφορά στον χαρακτήρα και στην ενδυμασία, Έλληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι και Λεβαντίνοι δεν διέφεραν πολύ στην εμφάνιση. Γυμνούς θα ήταν αδύνατον να τους ξεχωρίσεις» (σ. 203). Αυτή συμβολή του Α.Μ. που βοηθά να επιτευχθεί μια ισορροπία στις παραστάσεις μας σχετικά με τους γείτονες δεν θα πρέπει να παραγκωνιστεί.

     «Μόνο όταν είδα το Πέρα» γράφει ο Α.Μ. «πίστεψα ότι, ναι, υπήρξε μια ελληνική αστική τάξη ανοικτή στον κόσμο και με εκλεπτυσμένη αισθητική» (σ. 366). Αλλά αυτή η πολίτικη Ρωμιοσύνη δεν είναι πλέον η ίδια, τώρα καραδοκεί «ο αργός θάνατος της Ομογένειας» (σ. 367). «Η αίσθηση του θανάτου της Ρωμιοσύνης, η αίσθηση του αφανισμού σε τριγυρίζει σχεδόν παντού στην Πόλη … Πολλοί από τους – ελάχιστους πια- Ρωμιούς αναλώνονται στο κουτσομπολιό και στις ενδοκοινοτικές έριδες» (σ. 443). Ο συγγραφέας μας ξεναγεί στα κενά πλέον σχολεία κάποιας όχι και τόσο παλιάς εποχής και μας μεταφέρει τα αισθήματά του: «Μελαγχόλησα» (σ. 453).

     Ο αναγνώστης καθώς ακούει τον Α.Μ. επανειλημμένα ζει το αίσθημα ότι κάτι τελειώνει άλλα και ότι κάτι νέο γεννιέται σε αυτήν την Πόλη. Είναι άπειρα τα ενσταντανέ από την ζωή της Πόλης που μας παρέχει αυτό το βιβλίο. (Τολμώ το «ενσταντανέ» για να μνημονεύσω την ντοπιολαλιά μας!) Είναι τόσα πολλά, που δεν μπορώ να αναφερθώ σ’αυτά. Ας πω κάτι έστω για την Τέκλα, την φίλη της Ματιλντ Καρατζα, της tante, Λεβαντίνες και οι δύο που ζουν στο γηροκομείο της κοινότητας τους. Η Τέκλα λοιπόν έχει ένα παράπονο σχετικά με τις δύο εγγονές της που κατοικούν πλέον στην Ιταλία. «Ο γιος μου πέντε χρονώ ήτανε και ήξερε ελληνικά, τουρκικά, αρμένικα. Στο νηπιαγωγείο έμαθε γαλλικά, μετά ιταλικά και αγγλικά. Καλέ, στην Ιταλία τα παιδιά τίποτε δεν τα μαθαίνουνε. Δεκαπέντε χρονώ γεννήκανε, τίποτε δεν μιλάνε, μόνο ιταλικά και αγγλικά.» Αυτός ο αποκαλυπτικός μονόλογος είναι ένα δείγμα που φανερώνει ότι ο ερευνητής λειτούργησε και σαν ένας ανθρωπολόγος μιας αστικής κοινωνίας.

     Παρέλειψα τόσα πολλά: Τις πάμπολλες αρχιτεκτονικές αναλύσεις των παλαιών και νέων κτιρίων και των μνημείων, τις πολιτικές και ιδεολογικές αναλύσεις της κοινωνίας της Τουρκίας, τα συναισθήματα του συγγραφέα σχετικά με περιστατικά της καθημερινότητας, τις αποκαλύψεις σχετικά με τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα σχετικά με τα πιστεύω μας και τις πεποιθήσεις μας για την «ιστορία», τους πάμπολλους ήρωες του έργου, αρχαίους, παλαιούς και ζώντες της Πόλης που ο κάθε ένας τους μας αφηγήθηκε και μια διαφορετική πτυχή της. Οι εξακόσιες και πλέον σελίδες δεν συνοψίζονται αλλά διαβάζονται εύκολα επειδή η γραφή ρέει και έλκει τον αναγνώστη. Ο Α. Μασσαβέτας επέτυχε κάτι που λίγοι τόλμησαν.    

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

- Murat Belge, İstanbul Gezi Rehberi, İletişim yayınları, Κων/πολη, 2000. Κων/πολη, 2000. Κων/πολη, 2000.

- Λίζα Έβερτ, Ντόρα Μηναϊδη, Μαρία Φακίδη, Κωνσταντινούπολη, Αναζητώντας τη Βασιλεύουσα, Κείμενα: Κ. Σταματόπουλος, Α. Μήλλας, Εκδόσεις Λούση Μπρατζιώτη, Αθήνα, 1990.

- Γιάννης Ξανθούλης, επιμ., Μια Πόλη στη Λογοτεχνία, Κωνσταντινούπολη, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2004.

- Γιάννης Ξανθούλης, Κωνσταντινούπολη, Των ασεβών μου φόβων, Μεταίχμιο, Αθήνα, 2008.

-Αλέξανδρος Μασσαβέτας, Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των Απόντων, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2011.

- Ακύλας Μήλλας, Η Χάλκη των Πριγκηπονήσων, Η Μνημοσύνη, Αθήνα, 1984.

- Ακύλας Μήλλας, Η Πρίγκηπος, Η Μνημοσύνη, Αθήνα, 1988.

- Ακύλας Μήλλας, Πέρα, Το Σταυρδρόμι της Ρωμιοσύνης, Μίλητος, Αθήνα, 2002.

- Ακύλας Μήλλας, Κωνσταντίνου Πόλις, Η Εντός των Τοιχών Ορθοδοξία, Μίλητος, Αθήνα, 2005.

- Ντανιέλ Ροντώ, Η Πόλη, Μια Περιδιάβαση, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2008.

- Χάρης Σπαθάρη, Τα Κωνσταντινου-Πολίτικα και Άλλα Τινά, Αθήνα, 1988.

- Κώστας Μ. Σταματόπουλος, Βήματα στα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Εκδόσεις Δόμος, Αθήνα, 1989.

- Hilary Summer- Boyd & John Freely, Strolling Through Istanbul, A Guide to the City, Sev Yayıncılık, Κων/πολη, 2000.

 

 

Your are currently browsing this site with Internet Explorer 6 (IE6).

Your current web browser must be updated to version 7 of Internet Explorer (IE7) to take advantage of all of template's capabilities.

Why should I upgrade to Internet Explorer 7? Microsoft has redesigned Internet Explorer from the ground up, with better security, new capabilities, and a whole new interface. Many changes resulted from the feedback of millions of users who tested prerelease versions of the new browser. The most compelling reason to upgrade is the improved security. The Internet of today is not the Internet of five years ago. There are dangers that simply didn't exist back in 2001, when Internet Explorer 6 was released to the world. Internet Explorer 7 makes surfing the web fundamentally safer by offering greater protection against viruses, spyware, and other online risks.

Get free downloads for Internet Explorer 7, including recommended updates as they become available. To download Internet Explorer 7 in the language of your choice, please visit the Internet Explorer 7 worldwide page.