Η Ελληνική λογοτεχνία στην Τουρκία | ||
|
Για Εκδόσεις Πατάκη – Η Ελληνική λογοτεχνία στην Τουρκία, 2000. Από Ηρακλή Μήλλα Παρ’ όλο που ελληνόφωνοι και τουρκόφωνοι επί αιώνες έζησαν μέσα στον πολιτικά ενοποιημένο χώρο της οθωμανικής επικράτειας οι αλληλεπιδράσεις στο χώρο της λογοτεχνίας είναι περιορισμένες για δύο λόγους. Το σύστημα των «μιλλέτ», δηλαδή η οργάνωση της κοινωνίας με βάση τις θρησκευτικές κοινότητες π.χ., των Ρωμιών, των Αρμενίων, των Εβραίων κ.ά., αν και παρείχε την ευχέρεια στις διάφορες θρησκευτικές, γλωσσικές και εθνοτικές ομάδες να αναπτύσσουν τις δικές τους κοινοτικές δραστηριότητες περιόριζε τις διακοινοτικές επαφές δημιουργώντας στεγανές πολιτισμικές νησίδες. Αλλά οι επαφές σε ορισμένα «είδη» λογοτεχνίας ήταν και εξ αντικειμένου αδύνατες. Το διήγημα και το μυθιστόρημα π.χ., είναι σύγχρονα είδη και η εμφάνιση τους συμπίπτει με την εποχή επικράτησης των εθνικών κρατών. Η σύγχρονη ποίηση επίσης αναπτύσσεται σε μία εποχή όπου το σύστημα των «μιλλέτ» ατονεί και η ιδεολογία του εθνικισμού περιορίζει το ενδιαφέρον για τον πολιτισμό του Άλλου. Οι όποιες «παλαιότερες» αλληλεπιδράσεις θα πρέπει αναζητηθούν στον πολιτιστικό χώρο, στις παραδόσεις και στις κοινωνικές συνήθειες οι οποίες λειτουργούν άμεσα και όχι με μια εμφανή και συνειδητή διάθεση μίμησης και αναπαραγωγής. Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία, ειδικά τα ομηρικά έπη και οι τραγωδίες, ταυτόχρονα με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μεταφράστηκαν συστηματικά στα τουρκικά στην δεκαετία του 1940-1950 με την πρωτοβουλία και επιχορήγηση του τουρκικού υπουργείου παιδείας. Η απόδοση των γνωστών έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας στα τουρκικά θεωρήθηκε απαραίτητη για την γενικότερη επιμόρφωση των πολιτών του νεοσύστατου εθνικού κράτους. Στη σύγχρονη Τουρκία μεταφράσεις σύγχρονων ελληνικών λογοτεχνικών κειμένων πρωτοεμφανίζονται το 1933-1934 στο περιοδικό Βαρλίκ της Κων/πολης. Ο Αβραάμ Παπάζογλου παρουσίασε ορισμένα διηγήματα του Θ. Καστανάκη, του Γρ. Ξενόπουλου, της Τ. Σταύρου, του Π. Χάρη κ.α. Το 1934 παρουσίασε και τα πρώτα δείγματα από το έργο του Κ. Καβάφη. Ο Παπάζογλου συνέχισε να εκδίδει τις μεταφράσεις του σε διάφορα περιοδικά μέχρι το 1940. Ακολουθεί μια νεκρή περίοδος. Το 1955 παρουσιάζονται «Οι Γλάροι» του Η. Βενέζη από μετάφραση του Μ.Τ. Καραμουσταφάογλου και το 1963 Ο Βασιλιάς της Ασίνης του Γ. Σεφέρη από τον Α. Γκιόκτουρκ. Μετά το 1960 και ειδικά μετά το 1970 παρατηρείται μια, σχετική βέβαια, έκρηξη μεταφράσεων. Πάντα όμως υπάρχει δυσκολία πρόσβασης στο πρωτότυπο κείμενο. Οι περισσότερες μεταφράσεις γίνονται από τρίτες γλώσσες, από τα Γαλλικά και τα Αγγλικά. Οι συγγραφείς που είναι γνωστοί στην Δύση μεταφράζονται ευκολότερα στα τουρκικά. Δέκα μυθιστορήματα του Καζαντζάκη παρουσιάστηκαν στο τουρκικό κοινό. Τρία έργα του Α. Σαμαράκη κυκλοφόρησαν μεταξύ του 1974 και 1985. Στον πεζό λόγο ακολουθούν με ένα ή δύο έργα συγγραφείς όπως οι Ε. Αλεξίου, Θ. Βαλτινός, Β. Βασιλικός, Γ. Βιζυηνός, Ρ. Γαλανάκη, Μ. Ιορδανίδου, Α. Ζέη Τ. Θεοδωρόπουλος, Γ. Καμπανέλλης, Θ. Καστανάκης, Θ. Κορνάρος, Στρ. Μυριβήλης, Κ. Πολίτης, Δ. Σωτηρίου, Κ. Ταχτσής, Στρ. Τσίρκας. Είναι σημαντική η συμβολή των Αχμέτ Γιορουλμάζ, Νεβζάτ Χάτκο, Αχμέτ Ανγκίν οι οποίοι μετάφρασαν από τα ελληνικά πολλά από τα προαναφερόμενα έργα. Στην ποίηση ο Γ. Ρίτσος και ο Κ. Καβάφης είναι οι γνωστότεροι ποιητές με τις περισσότερες εκδόσεις. Έργα του Α. Αδαμόπουλου, της Ε. Βακαλό, του Ν. Βρεττάκου, του Ν. Γκάτσου, του Ο. Ελύτη, του Γ. Σεφέρη έχουν επίσης κυκλοφορήσει. Ο Η. Μήλλας μετάφρασε τα «άπαντα» του Γ. Σεφέρη, του Καβάφη, του Γκάτσου, όπως και διάφορες συλλογές του Ο. Ελύτη, του Γ. Ρίτσου κ.α., από τα ελληνικά. Σημαντική ήταν η συμβολή των Τζ. Τσαπάν και Ο. Ιντζέ οι οποίοι κυκλοφόρησαν αξιόλογες μεταφράσεις ελλήνων ποιητών με βάση τις αγγλικές και γαλλικές εκδόσεις των ποιημάτων τους. Ένα χαρακτηριστικό της τουρκικής διανόησης και ειδικά στις δεκαετίες του 1960-1980 είναι η έφεση της προς την «αριστερή», την σοσιαλιστική ιδεολογία. Έτσι μπορούν να εξηγηθούν και οι προτιμήσεις προς ορισμένους συγγραφείς. Η Ελλάδα, με τις έντονες πολιτικές και ιδεολογικές της συγκρούσεις στην δεκαετία του 1940, εκλαμβάνεται σαν υπόδειγμα προς μίμηση. Όπως στην Ελλάδα οι γνωστότεροι τούρκοι ποιητές και συγγραφείς υπήρξαν για ορισμένες δεκαετίες οι «αριστεροί» Ναζίμ Χικμέτ, Αζίζ Νεσίν και Γιασάρ Κεμάλ, έτσι και στην Τουρκία ο Γ. Ρίτσος και η Δ. Σωτηρίου με τα Ματωμένα Χώματα υπήρξαν οι γνωστότεροι εκπρόσωποι του ελληνικού λογοτεχνικού λόγου. Τα έργα τους έκαμαν πολλές επανεκδόσεις. Αλλά παρά αυτήν την προτίμηση του αναγνωστικού κοινού, η μεγαλύτερη επίδραση της ελληνικής λογοτεχνίας στην τουρκική παρατηρείται στον χώρο της ποίησης και ειδικότερα στις επιδράσεις του Καβάφη και του Σεφέρη. Ο λιτός ή ο «απλός» λόγος αυτών των ποιητών αλλά και η χρήση της «ιστορίας» κατά την ανάπτυξη των θεμάτων τους επηρέασε την τουρκική ποίηση. Η ελληνική ποίηση είχε μια σχετική μεγαλύτερη απήχηση στις συνειδήσεις των τούρκων επειδή η Ελλάδα εκλαμβάνεται σαν πλησιέστερη, σαν συγγενική με την Τουρκία σε σχέση με τον υπόλοιπο «δυτικό» κόσμο. Μια έμμεση επίδραση του ελληνικού λόγου στην τουρκική λογοτεχνία προκύπτει από τη συγγραφή έργων στα τουρκικά από έλληνες. Οι Καραμανλήδες (Καραμανίτες), δηλαδή οι τουρκόφωνοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι οι οποίοι εξέδωσαν τα έργα τους στα τουρκικά αλλά γραμμένα με ελληνικούς χαρακτήρες, όπως και οι ελληνόφωνοι πολίτες της σύγχρονης Τουρκίας οι οποία κυκλοφόρησαν έργα στα τουρκικά είναι φορείς που μετάδωσαν τον ελληνικό λόγο στα τουρκικά. Ορισμένοι τούρκοι μελετητές θεωρούν το έργο του (Καραμανλή) Ευαγγελινού Μισαηλίδη Τεμασάϊ Δουνγιά (1871-1872) ως το πρώτο τουρκικό μυθιστόρημα αν και το έργο είναι εν μέρει μια διασκευή Του Πολυπαθούς (1839) του Γρηγορίου Παλαιολόγου. Το έργο αυτό επανεκδόθηκε δύο φορές στην δεκαετία του 1980 στην τουρκική γραφή. Ο (ομογενής) Κρίτων Ντιντσμέν στο Symphonia Kakophonica (1992) εξιστορεί την ζωή των ελλήνων της Κων/πολης με έναν τρόπο που θυμίζει πολύ τα διηγήματα του Σαΐτ Φαΐκ. Ένας άλλος έμμεσος τρόπος προβολής της ζωής των ελλήνων στο τουρκικό κοινό είναι η συμβολή των τούρκων συγγραφέων οι οποίοι έγραψαν με συμπάθεια, σεβασμό και ενσυναίσθηση για το ελληνικό στοιχείο της Τουρκίας. Δύο συγγραφείς ο Ρεσάτ Νουρή Γκιούντεκην (1889-1956) αλλά ειδικά ο Σαΐτ Φαΐκ (Αμπασίγιανικ) (1906-1954), του οποίου ορισμένα διηγήματα μεταφράστηκαν και στα ελληνικά, αφιέρωσαν ένα μεγάλο μέρος του έργου τους στους έλληνες. Από τη δεκαετία του 1930 στην Τουρκία τα αρχαία ελληνικά διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Τα νεοελληνικά στην νέα «Δημοκρατία της Τουρκίας», διδάσκονται μόνο στα μειονοτικά ελληνικά δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια όπως συνέβαινε και στην εποχή του οθωμανικού κράτους. Για πρώτη φορά το 1990, όταν δηλαδή ήταν πρωθυπουργός ο Τ. Οζάλ, ιδρύθηκε στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας ένα ανεξάρτητο τμήμα με τίτλο «Γλώσσα και Λογοτεχνία των Νεοελληνικών» για τουρκόφωνους. Η πρωτοβουλία ανήκει στην καθηγήτρια ιστορίας Μελέκ Ντελίλμπαση η οποία γνωρίζει τα ελληνικά. Ο πολιτικός επιστήμονας Η. Μήλλας έθεσε τις βάσεις οργανώνοντας το τμήμα και διδάσκοντας τα πρώτα τέσσερα χρόνια. Το ελληνικό δημόσιο δια μέσου της πρεσβείας στην Άγκυρα ενίσχυσε την προσπάθεια διαθέτοντας έναν καθηγητή, όπως π.χ. τον Σταύρο Γιωλτζόγλου ο οποίος παράμεινε στην θέση αυτή για περισσότερα από έξι χρόνια. Δύο ιστορικοί, ο Μιχάλης Κοκολάκης και η Αλεξάνδρα Σφοίνη επίσης δίδαξαν στο νεοϊδρυθέν τμήμα. Κάθε χρόνο τριάντα περίπου φοιτητές εισάγονται στο τμήμα και περίπου δέκα αποφοιτούν. Ορισμένοι, όπως συνέβη με την Νταμλά Ντεμήροζου η οποία ανήκει στο διδακτικό προσωπικό, συνεχίζουν τις μεταπτυχιακές τους σπουδές σε ελληνικά πανεπιστήμια. Ένα παρόμοιο τμήμα ιδρύθηκε το 2000 στο Πανεπιστήμιο της Ισταμπούλ στην Κωνσταντινούπολη. Σ’ αυτό το τμήμα διδάσκουν οι Κωνσταντινουπολίτισες Μ. Φραγκοπούλου-Τσοκώνα και Π. Μπερμπέρ και πρόεδρος του τμήματος είναι η Ε. Οζάνσοη, φιλόλογος η οποία γνωρίζει τα ελληνικά. Νεοελληνικά επίσης διδάσκονται τα τελευταία χρόνια (μετά το 1999) στο «Tömer», κέντρο διδασκαλίας γλωσσών το οποίο λειτουργεί σαν παράρτημα του Πανεπιστημίου της Άγκυρας, όπως και κατά διαστήματα από ιδιώτες ή ιδιωτικά φροντιστήρια. Δύο εξεζητημένα λεξικά, ένα Ελληνοτουρκικό (1994) και ένα Τουρκοελληνικό (2000), αποτέλεσμα προσπαθειών ελλήνων και τούρκων ιδιωτών, συνέβαλλαν στη μάθηση της «άλλης» γλώσσας και στις δύο χώρες. Μετά το 1999 οι πολιτισμικές σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας έχουν αισθητά αυξηθεί. Παρατηρείται μια εντατικοποίηση μεταφράσεων, επισκέψεων συγγραφέων, κοινών λογοτεχνικών εκδηλώσεων, σεμιναρίων και συμποσίων. Οι μονιμότερες ελληνοτουρκικές κοινές εκδηλώσεις οργανώνονται στην Ελλάδα από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και από το Διεθνές Κέντρο Λογοτεχνών και Μεταφραστών Ρόδου. Είναι σημαντική και η συμβολή των εκδοτικών οίκων, εκατέρωθεν, οι οποίοι οργανώνουν ημερίδες με παρουσίαση λογοτεχνών της άλλης πλευράς. Βιβλιογραφία: Σαΐτ Φαΐκ Αμπασίγιανικ. Το Καράβι «Στελιανός Χρυσόπουλος», Αθήνα: Ροδαμός, 1990. Evangelia Balta. Kαramanlidika (Τόμος 1 & 2), Αθήνα: Κέντρο Μικρασιατικών Ερευνών, 1987. Ηρακλής Μήλλας, Εικόνες Ελλήνων και Τούρκων - σχολικά βιβλία, ιστοριογραφία, λογοτεχνία και εθνικά στερεότυπα, Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2001. Πηνελόπη Στάθη. «Οι Περιπέτειες του Πολυπαθούς του Γρηγορίου Παλαιολόγου», στο Αθήνα: Μνήμων, Αρ. 17, 1995 Ερασμία-Λουΐζα Σταυροπούλου. Βιβλιογραφία Μεταφράσεων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, 1986. Τουρκοελληνικό Λεξικό, Αθήνα: Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού, 2000. * |